Friday

Εθνική Επιτροπή Πρωτοβουλίας Υπεράσπισης της Φέτας

http://www.thessalia.gr/diktio/period1-11.asp

Εθνική Επιτροπή Πρωτοβουλίας Υπεράσπισης της Φέτας (2001),
ΓΙΑΤΙ Η ΦΕΤΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Γενικά

Πέρασαν περίπου δύο χρόνια από τότε που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ακύρωσε, κατ' εντολήν του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, τον Κανονισμό 1107/96, με τον οποίο αναγνωριζόταν η Φέτα ως Ελληνικό Προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης. Η ακύρωση αυτή έγινε ουσιαστικά για λόγους τυπικούς, γι' αυτό και αναμένεται σύντομα η επανακατοχύρωσή της. Στους Έλληνες κτηνοτρόφους και τυροκόμους όμως είναι διάχυτη η αμφιβολία και ο φόβος, κατά πόσον ο χειρισμός αυτός - η Φέτα είναι το μόνον προϊόν για το οποίο ακυρώθηκε ο Κανονισμός 1107/96 - αποτελεί την απαρχή μεθοδευμένων ή μη ενεργειών που τελικά θα οδηγήσουν στην οριστική διαγραφή της ως παραδοσιακού προϊόντος από τα ειδικά μητρώα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα δεδομένα που υπάρχουν, και που έχουν ήδη υποβληθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ε.Ε., οδηγούν αβίαστα στο συμπέρασμα ότι η Φέτα είναι ελληνικό παραδοσιακό προϊόν και ότι η επανεγγραφή της ως Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης είναι θέμα χρόνου. Αυτά τα δεδομένα, που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει, συνοψίζονται στα εξής:

Τα αυτονόητα

Τα ήθη, τα έθιμα και οι παραδόσεις κάθε τόπου αποτελούν σημαντικό τμήμα της κουλτούρας του, ανήκουν στους κατοίκους του και πρέπει να έχουν το σεβασμό όλων, ιδιαίτερα των πολιτισμένων.
Η Ευρώπη του 21ου αιώνα, η Ευρώπη της τεχνολογίας, της ανάπτυξης και του πολιτισμού πρέπει να αποτελεί θεματοφύλακα της κουλτούρας των λαών της.
Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των διατροφικών συνηθειών ενός τόπου διαδραματίζουν τα παραγόμενα τοπικά προϊόντα, τα οποία προσδιορίζει, κατά κύριο λόγο, το περιβάλλον.
Αποτελεί κοινή παραδοχή, ότι τα βασικά χαρακτηριστικά των τροφίμων καθορίζονται από τις ιδιότητες των πρώτων υλών από τις οποίες παρασκευάζονται.
Τα παραδοσιακά τρόφιμα δεν μπορούν να μπουν στο ΧΩΝΕΥΤΗΡΙ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ. Ανήκουν σε αυτούς που τα δημιούργησαν, οι οποίοι πρέπει να έχουν και την ευθύνη της διαχείρισής τους.
Η χρησιμοποίηση του ονόματος ενός φημισμένου προϊόντος για την προώθηση ενός άλλου στην αγορά, παραπληροφορεί τον καταναλωτή, δυσχεραίνει το εμπόριο και αποτελεί πράξη αντιδεολογική και παράνομη. Πολύ περισσότερο όταν εκτός του ονόματος χρησιμοποιούνται στη σήμανση εικόνες, παραστάσεις και τοπωνύμια που δεν έχουν καμία σχέση με το νέο προϊόν.
Μία χώρα που σέβεται τον εαυτό της, τιμά τις συμβάσεις που υπογράφει και την ψήφο που δίδει, ιδιαίτερα όταν αφορούν θέματα πολιτισμού.
Ένα όνομα χρησιμοποιείται για τη διακίνηση ενός και μόνον προϊόντος. Δεν είναι δυνατόν με το ίδιο όνομα να διακινούνται πολλά διαφορετικά προϊόντα γιατί αυτό δημιουργεί ανυπέρβλητα προβλήματα στους καταναλωτές και το εμπόριο.
Η επιστημονική άποψη
Το πρόβειο και το αγελαδινό γάλα παρουσιάζουν σημαντικές, ποσοτικές και ποιοτικές, διαφορές μεταξύ τους στο άρωμα, στη γεύση, στη χημική σύσταση και στα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά. Δεν χρειάζονται σύγχρονα μέσα για να διαπιστωθεί αυτό. Αρκεί να γευθεί κανείς τα δύο γάλατα.
Αποτελεί κανόνα στην τυροκομία ότι το πρόβειο γάλα δίδει διαφορετικής ποιότητας τυριά από το αγελαδινό. Οι διαφορές αυτές μεγαλώνουν σε περιπτώσεις που το γάλα που τυροκομείται είναι υπερδιηθημένο.
Για να αμβλυνθούν οι διαφορές μεταξύ των τυριών πρόβειου και αγελαδινού γάλακτος προσθέτουν στο τελευταίο λευκαντικές ουσίες και λιπάσες, χωρίς όμως ποτέ να καταφέρουν να αναπαράγουν τα χαρακτηριστικά των τυριών του πρώτου.
Τα τυριά άλμης είναι, λόγω κλίματος, προϊόντα των παραμεσογειακών χωρών, όπου υπάρχει μεγάλη παράδοση στην παρασκευή και κατανάλωσή τους.
Οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης δεν είχαν καμία παραγωγή και κατανάλωση τυριών της κατηγορίας αυτής, πριν το 1970. Η παραγωγή τους άρχισε, με την εφαρμογή της υπερδιήθησης, αποκλειστικά για εξαγωγικούς σκοπούς.
Η Φέτα παράγεται στην Ελλάδα από τους αρχαίους χρόνους, άποψη που στηρίζεται σε πλήθος βιβλιογραφικών αναφορών Ελλήνων και ξένων επιστημόνων. Αντίθετα δεν βρέθηκε ούτε μία αναφορά για παρασκευή Φέτας ή τυριών άλμης πριν το 1970 στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης.
Τυχόν εξομοίωση της παραδοσιακής Φέτας με τυριά άλμης αγελαδινού γάλακτος, υπερδιηθημένου και μη, θα αποτελούσε νομιμοποίηση μιας συνειδητής προσπάθειας παραπληροφόρησης των καταναλωτών και είναι πέραν πάσης λογικής και νομιμότητας.
Οι ανταγωνιστές
Δεν είχαν και δεν έχουν κανένα δεσμό με τυριά άλμης γενικά. Οι διατροφικές τους συνήθειες συνδέονται με άλλους τύπους τυριών, που παραδοσιακά παράγονταν στις χώρες τους.
Μετά το 1970, δημιούργησαν μια σειρά νέων προϊόντων, που εξ' ορισμού, διαφέρουν από τα τυριά της παραδοσιακής τεχνολογίας. Οι ΄΄ευφυείς΄΄ παραγωγοί τους αντί να αναζητήσουν ονόματα γι' αυτά χρησιμοποίησαν το όνομα της Φέτας, γιατί είχε καλή φήμη και διευκόλυνε τις προσπάθειες διείσδυσης των προϊόντων τους στην αγορά, αδιαφορώντας αν αυτό υποβάθμιζε την καλή φήμη ενός παραδοσιακού προϊόντος αν έθιγε συναδέλφους τους άλλης χώρας, αν παραπληροφορούσε τους καταναλωτές και αν δημιουργούσε προβλήματα στο διεθνές εμπόριο.
Για να ενισχύσουν την άποψη που επιχείρησαν να υποβάλλουν στους καταναλωτές, ότι δηλαδή τα προϊόντα τους έχουν άμεση σχέση με την Ελλάδα, άρχισαν να χρησιμοποιούν στη σήμανσή τους ελληνικές εικόνες, παραστάσεις, ονόματα και τοπωνύμια.
Η παραπάνω πρακτική παρά το γεγονός ότι ουσιαστικά αναγνωρίζει την προέλευση και την ποιοτική υπεροχή της παραδοσιακής Φέτας, δεν παύει να αποτελεί το χειρότερο τρόπο συνειδητής παραπληροφόρησης των καταναλωτών της και φθοράς της καλής της φήμης.
Οι καταναλωτές
Έρευνα αγοράς που έγινε σε διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέδειξε ότι οι καταναλωτές θεωρούν τη Φέτα ελληνικό τυρί.
Ανάλογη είναι η άποψη και της Επιστημονικής Επιτροπής της Ε.Ε.
Στην Ελλάδα η κατανάλωση Φέτας, ανά κάτοικο, ανέρχεται σε 12 κιλά το χρόνο και καλύπτει το 60% περίπου των αναγκών του σε τυρί, κάτι που δεν συμβαίνει για κανένα άλλο τυρί, σε παγκόσμια κλίμακα.
Το σύνολο σχεδόν της ελληνικής παραγωγής της Φέτας, περίπου το 95%, καταναλώνεται από τους Έλληνες, γεγονός που δείχνει τη σύνδεση του προϊόντος με τις διατροφικές τους συνήθειες. Και αυτό συμβαίνει επί αιώνες.
Οι καταναλωτές των χωρών της Βόρειας Ευρώπης δεν χρησιμοποιούν στο διαιτολόγιό τους τα τυριά άλμης. Δεν τα έτρωγαν ούτε και τα τρωνε, γιατί οι διατροφικές τους συνήθειες ήταν και είναι προσαρμοσμένες σε άλλους τύπους τυριών που παραδοσιακά παράγονταν και παράγονται στις χώρες αυτές.
Το Ευρωπαϊκό δικαστήριο
Η αναπομπή του θέματος της Φέτας στηρίχθηκε, ουσιαστικά, σε τυπικούς λόγους. Τα οποιαδήποτε κενά της δικογραφίας είναι βέβαιο ότι θα καλυφθούν με στοιχεία που θα υποβάλλει συμπληρωματικά η αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Είναι δεδομένο ότι το δικαστήριο αναζητά πάντοτε την αλήθεια. Στην προκειμένη περίπτωση η αλήθεια είναι μία και μόνον και αυτή είναι ότι η Φέτα είναι παραδοσιακό τυρί της Ελλάδας, το όνομα του οποίου προσπάθησαν αντιδεολογικά και παράνομα να χρησιμοποιήσουν κάποιοι σε προϊόντα τους, για να αυξήσουν τις πωλήσεις τους. Αυτοί οι κάποιοι, με την προσφυγή τους ζητούν από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δικαιώματα αντί να απολογηθούν για τη συμπεριφορά τους έναντι των Ελλήνων συναδέλφων τους και γενικότερα των καταναλωτών της Φέτας, τους οποίους με διάφορα τεχνάσματα προσπαθούν να παραπληροφορήσουν.
Πιστεύεται ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα λάβει υπόψη του πέραν της αντιδεολογικής και παράνομης συμπεριφοράς των ανταγωνιστών μας και τον Κανονισμό 2081/92, ο οποίος αποβλέπει στην προστασία τροφίμων που διακρίνονται για τη γεωγραφική τους καταγωγή και παρουσιάζουν ιδιότυπα χαρακτηριστικά, με απώτερο σκοπό τη δημιουργία πλεονεκτήματος για τον αγροτικό πληθυσμό των περιοχών της παραγωγής τους, που είναι συνήθως μειονεκτικές ή απομακρυσμένες. Αυτή ακριβώς είναι η περίπτωση της Ελλάδας. Στο πλείστον της η αιγοπροβατοτροφία της ασκείται σε ορεινές ή ημιορεινές περιοχές, όπου τα εδάφη είναι φτωχά, η βλάστηση περιορισμένη και το οδικό, ηλεκτρικό και υδρευτικό δίκτυο είναι ανεπαρκές ή δεν υπάρχει. Στις περιοχές αυτές εκτρέφονται πρόβατα και αίγες από τους αρχαίους χρόνους, γιατί δεν προσφέρονται για την ανάπτυξη της αγελαδοτροφίας ή για άλλη εκμετάλλευση.
Το θέμα της Φέτας πρέπει να κλείσει το συντομότερο δυνατόν. Η κατάσταση που επικρατεί σήμερα δημιουργεί σύγχυση στους καταναλωτές και βλάπτει τους έλληνες κτηνοτρόφους και τυροκόμους.
Η ελληνική άποψη για τη Φέτα
Είναι παραδοσιακό τυρί που δημιουργήθηκε και εξελίχθηκε στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια αιώνων. Αυτό προκύπτει από πλήθος βιβλιογραφικών αναφορών ελλήνων και ξένων επιστημόνων και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανένα.
Για τον έλληνα καταναλωτή, τυρί Φέτα σημαίνει τυρί που παρασκευάζεται με ορισμένη τεχνολογία από πρόβειο γάλα ή μίγματά του με ορισμένο ποσοστό γίδινου, το οποίο ωριμάζει τουλάχιστον για 2 μήνες και διατηρείται σε άλμη.
Έχει ιδιότυπα χαρακτηριστικά που οφείλονται κατά κύριο λόγο στις φυλές των εκτρεφομένων στην Ελλάδα γηγενών φυλών αιγοπροβάτων, στη μεγάλη ποικιλία της χλωρίδα της, στις εδαφοκλιματικές της συνθήκες και στους έλληνες τυροκόμους που σταδιακά διαμόρφωσαν τη σημερινή τεχνολογία της. Τα χαρακτηριστικά αυτά, δεν είναι δυνατόν να αναπαραχθούν όταν χρησιμοποιείται αγελαδινό γάλα.
Αποτέλεσε και αποτελεί βασικό τμήμα του διαιτολογίου των ελλήνων και συνδέεται άμεσα με τα ήθη, τα έθιμα και την ιστορία τους.
Με την παραγωγή του αιγοπροβείου γάλακτος απασχολούνται σήμερα, μερικά ή ολικά, περισσότερες από 200.000 ελληνικές οικογένειες, οι οποίες ζουν κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Αν δεν κατοχυρωθεί το συντομότερο η Φέτα, οι συνθήκες ανταγωνισμού με τους παραγωγούς αγελαδινού γάλακτος θα είναι άνισες, πράγμα που θα τους αναγκάσει να εγκαταλείψουν την ύπαιθρο και να προστεθούν στις χιλιάδες ανέργων των πόλεων. Και αυτό πέραν του γεγονότος ότι οι καταναλωτές θα στερηθούν ενός πραγματικά εύγεστου παραδοσιακού προϊόντος, της Φέτας.
Το πρόβλημα της Φέτας μεγεθύνεται και καθίσταται πιεστικό για τη χώρα μας και από το γεγονός ότι με την εφαρμογή του συστήματος των ποσοστώσεων στο αγελαδινό γάλα, δεν είναι δυνατόν οι κτηνοτρόφοι μας να στραφούν στην αγελαδοτροφία. Η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης δίδει στην Ελλάδα, αναλογικά, σημαντικά μικρότερη ποσόστωση αγελαδινού γάλακτος από όλες τις άλλες χώρες μέλη της και την υποχρεώνει σε σημαντικές εισαγωγές. Αν παρ' ελπίδα η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δεν είναι θετική για την Ελλάδα, η καταστροφή της αιγοπροβατοτροφίας της είναι δεδομένη.
Γειτονικές της Ελλάδας χώρες, όπως η Τουρκία, η Γιουγκοσλαβία και η Βουλγαρία, παράγουν επί αιώνες τυριά άλμης από αιγοπρόβειο γάλα, συγγενή με τη Φέτα, για τα οποία όμως χρησιμοποιούν πάντοτε δικές τους ονομασίες.
Για τις χώρες που προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν υπάρχει ΟΥΤΕ ΜΙΑ βιβλιογραφική αναφορά που να αποδεικνύει ότι παρασκεύαζαν και κατανάλωναν οποιοδήποτε τυρί άλμης, πολύ περισσότερο Φέτα, πριν από την εφαρμογή της υπερδιήθησης.
Και σήμερα οι χώρες αυτές παράγουν τυριά άλμης, ουσιαστικά μόνον για εξαγωγή. Η κατανάλωση μικρών ποσοτήτων τυριών της κατηγορίας αυτής σήμερα οφείλεται στους μετανάστες που κατοικούν εκεί.
Η Ελλάδα επιδεικνύει συνεχές ενδιαφέρον για τη Φέτα. Την περιλαμβάνει στη νομοθεσία της από το 1926 και έχει υπογράψει σχετικές διμερείς συμβάσεις. Όμως δεν υπήρχε και δεν υπάρχει διεθνές νομικό πλαίσιο για την κατοχύρωσή της. Μόλις δημοσιεύτηκε ο Κανονισμός 2081/92 υπέβαλε αίτηση για την εγγραφή της στα σχετικά μητρώα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα τυριά άλμης από αγελαδινό γάλα είναι ενδεχόμενα καλής ποιότητας σε καμμία περίπτωση όμως δεν είναι Φέτα. Αυτό είναι κοινό μυστικό. Αυτός είναι εξάλλου και ο λόγος που οι ανταγωνιστές μας χρησιμοποιούν κατά την παρασκευή των τυριών τους διάφορα πρόσθετα για να μπορέσουν να πλησιάσουν τις ιδιότητες της Φέτας.
Για να αποκατασταθεί η νομιμότητα στο πλαίσιο της ενιαίας Ευρωπαϊκής αγοράς, πρέπει σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε, να σταματήσει αυτή η ΄΄εμπορική πλαστογράφηση΄΄ που αφορά τη Φέτα και να περιοριστούν οι συνακόλουθες οικονομικές επιπτώσεις για τους έλληνες παραγωγούς. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο πρέπει να εκδώσει, το συντομότερο δυνατόν, μια θετική για τις ελληνικές θέσεις απόφαση. Μόνον μια τέτοια απόφαση, θα αποδώσει δικαιοσύνη, θα είναι εναρμονισμένη προς την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ευνοεί την κατοχύρωση παραδοσιακών τροφίμων με πρωτότυπα χαρακτηριστικά, θα εξασφαλίζει ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κατοίκων της, ιδιαίτερα αυτών που ζουν σε απομακρυσμένες και μειονεκτικές περιοχές, όπως είναι η περίπτωση των ελλήνων αιγοπροβατοτρόφων, θα σταματήσει την παραπληροφόρηση που γίνεται σήμερα στον καταναλωτή και θα διευκολύνει το διεθνές εμπόριο.
Η αγωνία των ελλήνων κτηνοτρόφων και τυροκόμων Ότι η Φέτα είναι παραδοσιακό τυρί που δημιουργήθηκε και εξελίχθηκε στη σημερινή της μορφή στην Ελλάδα από τους Έλληνες δεν φαίνεται να αμφισβητείται από κανένα. Και να θέλουν κάποιοι να αμφισβητήσουν αυτή την αλήθεια δεν μπορούν γιατί βιβλιογραφικά δεδομένα αιώνων δεν αφήνουν περιθώρια. Αποτελεί κατά συνέπεια το προϊόν αυτό μέρος της πολιτιστικής τους κληρονομιάς που φιλοδοξούν να βελτιώσουν και να παραδώσουν στους απογόνους τους. Είναι κανόνας ότι η πολιτιστική κληρονομιά των λαών δεν πωλείται, δεν διαιρείται, δεν περιορίζεται, μόνον κληρονομείται. Πολύ περισσότερο δεν επιτρέπεται να αποτελεί αντικείμενο διαπραγματεύσεων και συμβιβασμών. Απλά, αποδίδεται σ' αυτούς που ανήκει.

Αυτοί που τόλμησαν να αμφισβητήσουν την ελληνικότητα της Φέτας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχουν μόνον οικονομικά κίνητρα. Δεν τους αφορά ο ελληνικός πολιτισμός και η παράδοση. Δεν αρκούνται στις μεγάλες εισαγωγές γαλακτοκομικών προϊόντων και εξοπλισμού που πραγματοποιούν στη χώρα μας. Με νομικά τεχνάσματα προσπαθούν να οικειοποιηθούν κάτι που ανήκει σε άλλους για να αυξήσουν τα κέρδη τους αδιαφορώντας για τα πάντα, ακόμη και για τους Έλληνες συναδέλφους τους που κινδυνεύουν να ξεσπιτωθούν και να μείνουν άνεργοι. Είναι φυσικό στις συνθήκες που επικρατούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά την ακύρωση του κανονισμού 1107/96 για τη Φέτα, οι περισσότεροι από 200.000 Έλληνες κτηνοτρόφοι και τυροκόμοι να είναι αγανακτισμένοι, να ανησυχούν για το μέλλον τους και να διαμαρτύρονται έντονα γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν προχωρεί στην οριστική κατοχυρώσει της ως παραδοσιακού ελληνικού προϊόντος με Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης, όπως επιβάλλεται. Αυτό οδήγησε στη δημιουργία μιας Πανελλαδικής κίνησης φορέων (ΠΑΣΕΓΕΣ, Ομοσπονδίες κτηνοτρόφων και τυροκόμων, Επιστημονικών επιμελητηρίων, καταναλωτών κ.τ.λ.) για τη στήριξη, με κάθε μέσο, της Φέτας στο επόμενο διάστημα που θα κριθεί οριστικά το μέλλον της.

Στις 29 Ιουνίου έγινε στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών συνάντηση εκπροσώπων των φορέων αυτών οι οποίοι συζήτησαν το θέμα, εκδήλωσαν την έντονη δυσφορία τους για τη σημερινή κατάσταση και εξέλεξαν Επιτροπή Πρωτοβουλίας Υπεράσπισης της Φέτας, την εξής:


Ανυφαντάκης Εμμανουήλ - Εθνική Επιτροπή Γάλακτος Ελλάδος
Γκίνης Σοφοκλής - ΓΕΣΑΣΕ
Εμμανουήλ Γεώργιος /Γαμβρούλης Μπαντής - Ινστιτούτο Αγροτικών Ερευνών
Κόκκινος Αθανάσιος - Ομοσπονδία Καταναλωτών ΙΝΚΑ
Μυλωνά Καίτη - Πανελλήνιος Κτηνιατρικός Σύλλογος
Ρίζος Απόστολος - Ομοσπονδία Τυροπαραγωγών Παραδοσιακών Προϊόντων Ελλάδος
Τζιότζιος Μιχάλης - ΠΑΣΕΓΕΣ
Χατζηγεωργίου Αλέξανδρος - ΣΕΒΓΑΠ
Η Επιτροπή εξουσιοδοτήθηκε να προβεί προς πάσα κατεύθυνση στις ενέργειες που κρίνονται απαραίτητες για την προώθηση του θέματος. Για τις ενέργειες αυτές, οι οποίες θα κλιμακώνονται με την πάροδο του χρόνου, θα ενημερώνεται και το Υπουργείο Γεωργίας. Με δεδομένο ότι η Φέτα αποτελεί το πιο σημαντικό αγροτικό προϊόν για τη χώρα μας επιβάλλεται να ενημερωθεί ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Γεωργίας για να προβούν στους λεπτούς χειρισμούς που επιβάλλουν οι συνθήκες για να τοποθετηθεί το θέμα στην πραγματική του διάσταση. Ανάλογη ενημέρωση θα πρέπει να έχουν οι Βουλευτές και Ευρωβουλευτές μας για αν συμβάλλουν και αυτοί στο μέτρο του δυνατού στην προώθηση του θέματος. Πέραν αυτών θα πρέπει να δοθεί δημοσιότητα στο θέμα, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, για να ενημερωθούν οι καταναλωτές. Πρέπει όλοι όσοι χειρίζονται θέματα Ευρωπαϊκής διάστασης να αντιληφθούν ότι η οικοδόμηση της Ευρώπης των πολιτών προϋποθέτει τουλάχιστον τον έμπρακτο σεβασμό των τοπικών κοινωνιών και του πολιτισμού τους. Η περίπτωση της Φέτας αποτελεί μια ευκαιρία να το αποδείξουν.

No comments: